Ο Ξενοφών Άγγελος, κατά κόσμο Χρήστος Μιχαήλ, νέος στα συγγραφικά δρώμενα καθώς αυτό είναι το πρώτο του βιβλίο, ήρθε στη ζωή μου ένα πρωινό εκεί που έπινα τον καφέ μου χαζεύοντας σε βιβλιοφιλικές αναρτήσεις στο instagram. Χρειάστηκε μόνο η ανάγνωση μερικών αποσπασμάτων από το μυθιστόρημά του, αποσπάσματα που ο ίδιος έχει ανεβάσει στον λογαριασμό του, για να πεισθώ για την ποιότητα του έργου που, μια μέρα αργότερα, κατόπιν παραγγελίας, θα είχα στα χέρια μου. Κι η διαίσθησή μου δεν με πρόδωσε, ποτέ δεν με προδίδει...
Με την πρωτοπρόσωπη γραφή του ο συγγραφέας σε καθίζει ευθύς αμέσως απέναντί του κι επιθετικά ξεκινά να σου αφηγείται μια ιστορία, εκείνη του Βασίλη, του κεντρικού χαρακτήρα του βιβλίου. Σε κρατά σφιχτά κοντά του, σε κάνει να μη θέλεις ν' απομακρυνθείς, να μη μπορείς να τον αφήσεις. Σε πονά. Υπήρξαν φορές που δεν μπορούσα να συγκρατήσω τους λυγμούς μου και χρειάστηκε να διακόψω την ανάγνωση μέχρι να συνέλθω... Συναισθηματικά, με τις λέξεις του σ' εγκλωβίζει και σε κρατά εκεί, εκεί, εκεί όπου η μοναξιά ενός παιδιού ανοίγει κι απλώνεται σαν τη νύχτα και σαν το παχύ μαύρο μελάνι...
Η ιστορία μιλά για ένα παιδί που σαν την άδικη κατάρα γυρνά από αναδοχή σε αναδοχή επειδή κανείς δεν το θέλει, κανένας δεν το αγάπησε όπως δικαιούται ένα παιδί ν' αγαπηθεί και να προστατευθεί από τη σκληρότητα του κόσμου. Μεγαλώνει, μαθαίνει να σηκώνει τείχη, να επιβιώνει, να μετρά τις μνήμες του, τη δύναμή του, τα όνειρα που του έχουν απομείνει. Μεγαλώνει και μαθαίνει ν' αγαπά, με τον δικό του τρόπο ν' αγαπά, μαθαίνοντας συνάμα τον εαυτό του. Έχει έρθει αντιμέτωπος με τον θάνατο από την παιδική του ηλικία, νιώθει συμφιλιωμένος μαζί του, μα δεν είναι, στ' αλήθεια δεν είναι...
Σπουδαίο πράμα ο θάνατος. Έρχεται μ' ένα ακάνθινο στεφάνι, το βγάζει απ' το δικό του κεφάλι και το φορά στο δικό σου. Κι εσύ; Εσύ μένεις να μετράς τις σταγόνες της μνήμης που στάζουν στο πρόσωπο, στο στήθος, και στα πόδια σου. Θυμάσαι; Σπουδαίο πράμα σου λέω.
Αυτό που μετρά το ανάστημά μας, είναι το πένθος. Εκεί μπροστά, όλοι φαντάζουμε μικροί κι όλα γύρω μας παίρνουν το πραγματικό τους μέγεθος. Εκείνα που νομίζαμε τεράστια κι ανυπέρβλητα, γίνονται μικρά, κουκίδες σε έναν απέραντο χάρτη. Κι η αγάπη... Αχ η αγάπη, αχ ο έρωτας, πόσο θεριεύουν κι επεκτείνονται, φουσκώνουν πασχίζοντας να βγουν από τα στήθη...
Μα ο άνθρωπος που έχει γευτεί τη μοναξιά σε καιρούς που δεν την άξιζε, κρατά πάντα φυλακισμένο εντός του το σκοτάδι. Και όπως λέει κι ο συγγραφέας "Το σκοτάδι δεν είναι ποτέ αρκετό"...
Ίσκιε, έλα και περπάτησε μαζί μου. Έχω ανάγκη από μια συντροφιά...
Γράφει το οπισθόφυλλο:
Η ζωή είχε τσακίσει τα φτερά του Βασίλη. Πράγματα, καταστάσεις, άνθρωποι – κυρίως οι άνθρωποι. Ορφανός από μια μητέρα που φυλακίστηκε κι έναν πατέρα που τον εγκατέλειψε, γνώρισε ανασφαλή παιδικά χρόνια, τονισμένα µε γκρίζα χρώματα από μια θεία που µπρος του σκότωνε ποντίκια σε μια γέρικη αυλή, και μια δικηγόρο που τον δίκαζε σ’ ένα ψυχρό γραφείο. Υπήρχαν όμως και καλές στιγμές. Κάτι καταφύγια που ξεχείλιζαν ήρωες από βιβλία, πίνακες που ζωντάνευαν ένα λούνα παρκ µε ξύλινα αλογάκια στο καρουζέλ, ένα σιδερένιο ανοιχτήρι της κονσέρβας που πέταγε σαν μαγεμένη πεταλούδα… Πόνος, δάκρυ, και μερικά διαλλείματα χαράς… µα πάντα ένα τεράστιο, μαγεμένο ερωτηματικό. Καλά, κακά, αυτά έγιναν, µα τι τα θες; Συνήθεια. Όλα κατέληξαν κλουβί. Όλα! Ώσπου μπήκε στη ζωή του αυτός. Με δυο πράσινα, γατίσια µάτια κι ένα ζεστό χαμόγελο. Ο Μάξιµος ήταν εκείνος που θα ερχόταν ν’ ανοίξει τα µάτια του Βασίλη για να τον κάνει να δει για πρώτη φορά αληθινά. Που θα τον γέμιζε µε έρωτα. Που θα του χάριζε φτερά, τα φτερά του Ίκαρου. Θα καταφέρει ο Βασίλης να τα ταιριάξει στις δικές του πλάτες; Να τα ανοιγοκλείσει κόντρα στη φορά του ανέμου; Και το σπουδαιότερο: θα καταφέρει μια μέρα να πετάξει μακριά;
Ένας έρωτας ανάμεσα σε δυο άνδρες, που δείχνει πως η δοτικότητα στην αγάπη είναι σημαντικότερη από την ασφάλεια της αρνητικότητας στις τολμηρές δυνατότητες για ευτυχία.
Το μυθιστόρημα "Το κλουβί του Ίκαρου" κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πηγή κι αξίζει να το διαβάσετε. Προσωπικά, απαλά το απίθωσα και με αγάπη, χαϊδεύοντάς το στοργικά όταν τελείωσα την ανάγνωσή του, στο σημείο εκείνο της βιβλιοθήκης μου όπου έχω μονάχα τ' αγαπημένα.
Πόσο αλλιώτικα θα 'ταν τα πράγματα, αν εσύ γινόσουν τα φτερά μου.
Πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση, πάω να το ψάξω! 😉
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα σου αρέσει! Τα φιλιά μου! ♥
Διαγραφή